FAQs About the word vulgarization

χυδαιολογία

the act of rendering something coarse and unrefined, the act of making something attractive to the general publicThe act or process of making vulgar, or common.

βαρετός,Υπερέκθεση,υπερβολική χρήση,δημοσιοποιώ,στερεότυπο,Κοκκίνισμα,εξάτμιση,Hackney,υπερβάλλω,εξαντλώ

No antonyms found.

vulgarity => χυδαιότητα, vulgarism => Χυδαιολογία, vulgariser => διαδίδω, vulgarise => εκχυδαΐζω, vulgarisation => εξευγενισμός,