Greek Meaning of vasomax
Vasomax
Other Greek words related to Vasomax
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of vasomax
- vaso-inhibitory => Αγγειοδιασταλτικός
- vasoformative => αγγειογενετικός
- vasodilator => Αγγειοδιασταλτικό
- vasodilative => αγγειοδιασταλτικός
- vasodilation => Αγγειοδιαστολή
- vasodentine => vasodentine
- vasoconstrictor => Αγγειοσυσπαστικό
- vasoconstrictive => αγγειοσυσπαστικός
- vasoconstriction => Αγγειοσύσπαση
- vaslav nijinsky => Βάτσλαβ Νιζίνσκι
- vasomotor => αγγειοκινητικός
- vasopressin => Βαζοπρεσσίνη
- vasopressor => Βασεοσυσπαστικό
- vasosection => φλεβεκτομή
- vasotec => Vasotec
- vasotomy => Βασεκτομή
- vasovasostomy => Αγγειοαγγειοστομία σπερματικού πόρου
- vasovesiculitis => Φλεγμονή των σπερματοδόχων κύστεων
- vassal => υποτελής
- vassalage => φεουδαρχία
Definitions and Meaning of vasomax in English
vasomax (n)
a virility drug (trade name Vasomax) to treat erectile dysfunction in men
FAQs About the word vasomax
Vasomax
a virility drug (trade name Vasomax) to treat erectile dysfunction in men
No synonyms found.
No antonyms found.
vaso-inhibitory => Αγγειοδιασταλτικός, vasoformative => αγγειογενετικός, vasodilator => Αγγειοδιασταλτικό, vasodilative => αγγειοδιασταλτικός, vasodilation => Αγγειοδιαστολή,