Greek Meaning of vasoformative
αγγειογενετικός
Other Greek words related to αγγειογενετικός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of vasoformative
- vasodilator => Αγγειοδιασταλτικό
- vasodilative => αγγειοδιασταλτικός
- vasodilation => Αγγειοδιαστολή
- vasodentine => vasodentine
- vasoconstrictor => Αγγειοσυσπαστικό
- vasoconstrictive => αγγειοσυσπαστικός
- vasoconstriction => Αγγειοσύσπαση
- vaslav nijinsky => Βάτσλαβ Νιζίνσκι
- vasiform => αγγειοειδής
- vase-shaped => Σχήματος βάζου
- vaso-inhibitory => Αγγειοδιασταλτικός
- vasomax => Vasomax
- vasomotor => αγγειοκινητικός
- vasopressin => Βαζοπρεσσίνη
- vasopressor => Βασεοσυσπαστικό
- vasosection => φλεβεκτομή
- vasotec => Vasotec
- vasotomy => Βασεκτομή
- vasovasostomy => Αγγειοαγγειοστομία σπερματικού πόρου
- vasovesiculitis => Φλεγμονή των σπερματοδόχων κύστεων
Definitions and Meaning of vasoformative in English
vasoformative (a.)
Concerned in the development and formation of blood vessels and blood corpuscles; as, the vasoformative cells.
FAQs About the word vasoformative
αγγειογενετικός
Concerned in the development and formation of blood vessels and blood corpuscles; as, the vasoformative cells.
No synonyms found.
No antonyms found.
vasodilator => Αγγειοδιασταλτικό, vasodilative => αγγειοδιασταλτικός, vasodilation => Αγγειοδιαστολή, vasodentine => vasodentine, vasoconstrictor => Αγγειοσυσπαστικό,