FAQs About the word unexpectedness

απροσδόκητο

extraordinariness by virtue of being unexpected

ξαφνικά,ξαφνικός,απρόβλεπτος,απρόβλεπτο,απίθανος,Εντυπωσιακός,εκπληκτικό,ακούσιος,απίθανο,απρόβλεπτος

αναμενόμενος,αναμενόμενος,προβλεπόμενος,προβλεπόμενος,προφήτευσε,αναπάντεχο

unexpectedly => απροσδόκητα, unexpected => απροσδόκητος, unexpectation => απρόσμενος, unexpansive => μη διευρυμένος, unexhaustible => ανεξάντλητος,