Greek Meaning of tromp
σάλπιγγα
Other Greek words related to σάλπιγγα
- Ανάμειξη
- πατάω με δύναμη
- σκοντάφτω
- φορτηγίδα
- συστάδα
- σύρετε
- Πλατύς
- τρέχω αδέξια
- τράνταγμα
- ξύλο
- εξόγκωμα
- ταλάντευση
- ποδοπατώ
- λίρα
- Γρατζουνιά
- πάλη
- κουτσαίνω
- Σλόγκαν
- έλος
- παραπαίω
- Γραμματόσημο
- κούτσουρο
- αλήτης
- Βαδίζω
- υφαίνει
- λάθος
- γέρνω
- μαστίγιο
- αποτυχία
- Κουβάρι
- ταλάντευση
- κλυδωνίζω
- τραντάζω
- πάνδετος ρυθμός
Nearest Words of tromp
Definitions and Meaning of tromp in English
tromp (n.)
A blowing apparatus, in which air, drawn into the upper part of a vertical tube through side holes by a stream of water within, is carried down with the water into a box or chamber below which it is led to a furnace.
Alt. of Trompe
FAQs About the word tromp
σάλπιγγα
A blowing apparatus, in which air, drawn into the upper part of a vertical tube through side holes by a stream of water within, is carried down with the water i
Ανάμειξη,πατάω με δύναμη,σκοντάφτω,φορτηγίδα,συστάδα,σύρετε,Πλατύς,τρέχω αδέξια,τράνταγμα,ξύλο
αεράκι,ακτή,ολίσθηση,ολίσθηση,Αβγοδάρτης,παρασύρειν,επιπλέω,κρέμασμα,Κρέμω,βαλς
trommel => Τρομέλ, trombonist => τρομπονίστας, trombone player => Τρομπονίστας, trombone => Τρομπόνι, trombidiidae => Τρομπιδίδες,