Greek Meaning of tribal
φυλετικός
Other Greek words related to φυλετικός
Nearest Words of tribal
- tribal chief => Αρχηγός φυλής
- tribal sheik => φυλάρχης
- tribal sheikh => φυλετικός σεΐχης
- tribal society => φυλετική κοινωνία
- tribalisation => φυλετικοποίηση
- tribalism => φυλετισμός
- tribalization => Φυλοκράτηση
- tribasic => τριβασικό
- tribasic acid => τριβασικό οξύ
- tribasic sodium phosphate => Τριβασικό φωσφορικό νάτριο
Definitions and Meaning of tribal in English
tribal (a)
relating to or characteristic of a tribe
tribal (a.)
Of or pertaining to a tribe or tribes; as, a tribal scepter.
FAQs About the word tribal
φυλετικός
relating to or characteristic of a tribeOf or pertaining to a tribe or tribes; as, a tribal scepter.
εθνικός,εθνικός,φυλετικός,πολιτισμικός,οικογενειακός,λαϊκός,συγγενείς,πολυπολιτισμικός,εθνικός
μη φυλετικό
tribadistic => τριβάδικο, tribadism => Τριβαδισμός, tribade => Τριβάς, triazolam => τριαζολάμη, triazine => τριαζίνη,