FAQs About the word trenching

τάφρος

of Trench

μοιάζω,φαίνεται,αγγίζω (σε),επί των θυρών,συνορεύει (με),προτείνω,εμφανίζω,προσέγγιση,κατά προσέγγιση,(συγκρίνω (με))

No antonyms found.

trencher-men => υπηρέτες, trencher-man => βορόβορος, trencherman => λαίμαργος, trencher => Τσουκάλι, trenched => τάφρο,