Greek Meaning of treasury department
Υπουργείο Οικονομικών
Other Greek words related to Υπουργείο Οικονομικών
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of treasury department
- treasury bond => έντοκο γραμμάτιο δημοσίου
- treasury bill => Έντοκο γραμμάτιο του δημοσίου
- treasury => Θησαυροφυλάκιο
- treasuring => Αγαπημένος.
- treasuries => κρατικά ομόλογα
- treasure-trove => θησαυρός
- treasuress => ταμίας
- treasurership => ταμειακός
- treasurer's cheque => επιταγή ταμία
- treasurer's check => επιταγή ταμία
- treasury note => Χρεόγραφο του Δημοσίου.
- treasury obligations => Ομόλογα του Δημοσίου
- treasury secretary => Υπουργός Οικονομικών
- treasury shares => ίδιες μετοχές
- treasury stock => Θησαυρομετοχές
- treat => θεραπεία
- treatable => αντιμετωπίσιμο
- treatably => θεραπεύσιμο
- treated => επεξεργασμένος
- treater => Γιατρός
Definitions and Meaning of treasury department in English
treasury department (n)
the federal department that collects revenue and administers federal finances; the Treasury Department was created in 1789
FAQs About the word treasury department
Υπουργείο Οικονομικών
the federal department that collects revenue and administers federal finances; the Treasury Department was created in 1789
No synonyms found.
No antonyms found.
treasury bond => έντοκο γραμμάτιο δημοσίου, treasury bill => Έντοκο γραμμάτιο του δημοσίου, treasury => Θησαυροφυλάκιο, treasuring => Αγαπημένος., treasuries => κρατικά ομόλογα,