Greek Meaning of transistorize
Τρανζιστοροποίηση
Other Greek words related to Τρανζιστοροποίηση
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of transistorize
- transistorised => τρανζιστορισμένος
- transistorise => Τρανζιστοροποίηση
- transistor => τρανζίστορ
- transisthmian => διαγκοχμικός
- transire => περνάω
- transiliency => Ανθεκτικότητα.
- transilience => υπέρβαση
- transiently => Παροδικά
- transient ischemic attack => παροδικό ισχαιμικό επεισόδιο
- transient global amnesia => Παροδική παγκόσμια αμνησία
- transistorized => Τρανζιστοροποιημένος
- transit => διέλευση
- transit declinometer => κλινομετρο γωνιόμετρο διέλευσης
- transit instrument => όργανο διέλευσης
- transit line => Γραμμή διέλευσης
- transit zone => Ζώνη διέλευσης
- transition => Μετάβαση
- transition zone => Ζώνη μετάβασης
- transitional => μεταβατικός
- transitionally => μεταβατικά
Definitions and Meaning of transistorize in English
transistorize (v)
equip (an electronic circuit or device) with transistors
FAQs About the word transistorize
Τρανζιστοροποίηση
equip (an electronic circuit or device) with transistors
No synonyms found.
No antonyms found.
transistorised => τρανζιστορισμένος, transistorise => Τρανζιστοροποίηση, transistor => τρανζίστορ, transisthmian => διαγκοχμικός, transire => περνάω,