FAQs About the word testable

ελέγξιμος

Capable of being tested or proved., Capable of being devised, or given by will.

Πείραμα,προσπάθεια,δοκίμιο,πειραματισμός,δίκη,προσπαθώ,Προσπάθεια,χωνευτήρι,Γενική δοκιμή,άσκηση

No antonyms found.

testa => λέμμα, test tube => Δοκιμαστικός σωλήνας, test suit => Στολή δοκιμής, test room => Αίθουσα Δοκιμών, test rocket => Πύραυλος δοκιμής,