Greek Meaning of take part

συμμετέχω

Other Greek words related to συμμετέχω

Definitions and Meaning of take part in English

Wordnet

take part (v)

share in something

FAQs About the word take part

συμμετέχω

share in something

Κατανοώ,λαβή,κρατώ,aρπάζω,κούμπωμα,καταλαμβάνω,σφίγγω,προσκολλάω σε,συμπλέκτης,προσκολλώμαι

παραδίδω,εκφόρτιση,σταγόνα,δωρεάν,δίνω,απελευθερώνω,περάσει,Απελευθέρωση,εμπιστεύομαι,χέρι

take pains => Προσπαθώ, take over => αναλαμβάνω, take out => πακέτο, take orders => Λαμβάνω παραγγελίες, take one's lumps => Δέχομαι τις δυσκολίες,