FAQs About the word symbolized

συμβολίζεται

to serve as a symbol of, to represent, express, or identify by a symbol, to use symbols or symbolism

εκπροσωπούμενος,ενσωματωμένο,προσωποποιημένος,συμβολίζεται,ενσωμάτωσε,παραδειγματίζεται,εικονογραφημένο,ενσαρκωμένος,εκδηλώθηκε,υλοποιημένος

No antonyms found.

symbolistic => συμβολικός, symboled => συμβολίζεται, symbioses => συμβιώσεις, sylleptic => συλληπτικός, syllabuses => αναλυτικά προγράμματα,