Greek Meaning of surgical dressing
Χειρουργικό επίθεμα
Other Greek words related to Χειρουργικό επίθεμα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of surgical dressing
- surgical contraception => Χειρουργική αντισύλληψη
- surgical => χειρουργικός
- surgery => χειρουργική
- surgeon's knot => χειρουργικός κόμπος
- surgeonfish => Χειρουργός
- surgeon general => Χειρουργός
- surgeon => Χειρουργός
- surge suppressor => υπερτασική προστασία
- surge protector => Αλεξικέραυνο
- surge => αύξηση
- surgical gown => Χειρουργική ρόμπα
- surgical incision => Χειρουργική τομή
- surgical instrument => Χειρουργικό εργαλείο
- surgical knife => νυστέρι
- surgical operation => Χειρουργική επέμβαση
- surgical procedure => Χειρουργική επέμβαση
- surgical process => χειρουργική επέμβαση
- surgical seam => Χειρουργική ραφή
- surgical spirit => Ιατρική αλκοόλη
- surgical strike => Χειρουργικό πλήγμα
Definitions and Meaning of surgical dressing in English
surgical dressing (n)
a loosely woven cotton dressing for incisions made during surgery
FAQs About the word surgical dressing
Χειρουργικό επίθεμα
a loosely woven cotton dressing for incisions made during surgery
No synonyms found.
No antonyms found.
surgical contraception => Χειρουργική αντισύλληψη, surgical => χειρουργικός, surgery => χειρουργική, surgeon's knot => χειρουργικός κόμπος, surgeonfish => Χειρουργός,