Greek Meaning of stillbirth
νεκρογέννηση
Other Greek words related to νεκρογέννηση
Nearest Words of stillbirth
Definitions and Meaning of stillbirth in English
stillbirth (n)
a natural loss of the products of conception
FAQs About the word stillbirth
νεκρογέννηση
a natural loss of the products of conception
άμβλωση,αποβολή εμβρύου
γέννηση,γέννα,δημιουργία,Γένεση,γέννηση,Εργασία,γέννηση,προέλευση,ανέβαινω,ρουλεμάν
still room => Ήσυχο δωμάτιο, still life => Νεκρή Φύση, still hunt => Παράκαθο, still => ακόμα, stiletto heel => Στιλέτο,