FAQs About the word stigmatization

Στιγματισμός

the act of stigmatizing

μάρκα,κλήση,δηλώνω,ορίσει,ετικέτα,όνομα,καθορίστε,όρος,βαπτίζω,βαφτίζω

No antonyms found.

stigmatist => Στιγματισμένος, stigmatism => Στίγμα, stigmatise => στιγματίζω, stigmatisation => Στιγματισμός, stigmatic => ενοχοποιημένος,