Greek Meaning of stem-from
προέρχομαι από
Other Greek words related to προέρχομαι από
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of stem-from
- stemless => άμισχος
- stemless carline thistle => Ακανθόκλημα άμισχον
- stemless daisy => Αγελαστινό χαμομήλι
- stemless golden weed => Χρυσόβεργα χωρίς μίσχο
- stemless hymenoxys => Χιμενόξυλο το άμισχο
- stemma => οικόσημο
- stemmatic => στέλεχος
- stemmatics => Στεμματικά
- stemmatology => Στεμματολογία
- stemmed => στελεχωμένος
Definitions and Meaning of stem-from in English
stem-from
to be caused by (something or someone)
FAQs About the word stem-from
προέρχομαι από
to be caused by (something or someone)
No synonyms found.
No antonyms found.
stem-cell research => Έρευνα βλαστικών κυττάρων, stem vowel => Θεματικό φωνήεν, stem turn => στροφή του στελέχους, stem lettuce => Ρωμαϊκή, stem ginger => ζαχαρωμένο τζίντζερ,