Greek Meaning of starting handle
μανιβέλα εκκίνησης
Other Greek words related to μανιβέλα εκκίνησης
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of starting handle
- starting line => Γραμμή εκκίνησης
- starting motor => Μίζα
- starting pitcher => Πίτσερ εκκίνησης
- starting point => σημείο εκκίνησης
- starting post => Γραμμή εκκίνησης
- starting signal => Σήμα εκκίνησης
- starting stall => στάση εκκίνησης
- starting time => Ώρα έναρξης
- startle => ξαφνιάζω
- startle reaction => Αντίδραση εκπλήξεως
Definitions and Meaning of starting handle in English
starting handle (n)
crank used to start an engine
FAQs About the word starting handle
μανιβέλα εκκίνησης
crank used to start an engine
No synonyms found.
No antonyms found.
starting gate => Γραμμή εκκίνησης, starting buffer => αρχικός προσωρινός αποθεματικός διάλυμα, starting block => μπλοκ εκκίνησης, starting => αρχή, star-thistle => Αστεράκι,