Greek Meaning of spotlight
προβολέας
Other Greek words related to προβολέας
Nearest Words of spotlight
- spotlessness => Αιθρία
- spotlessly => Αμώμητος
- spotless => άψογος
- spot-check => Δειγματοληπτικός έλεγχος
- spot welding => Στιγμαστική συγκόλληση
- spot welder => Συσκευή συγκόλλησης με κουκίδα
- spot weld => Συγκόλληση με αντίσταση
- spot stroke => σημείο παλμού
- spot promote => προώθηση επί τόπου
- spot price => Τρέχουσα τιμή
- spots => κηλίδες
- spotsylvania => Σποτσυλβάνια
- spotted => Στιγμένος
- spotted antbird => Κηλιδωτός μυρμηγκοφάγος
- spotted barramundi => Γκρίζος μπαραμούντι
- spotted bat => Νυχτερίδα με κηλίδες
- spotted black bass => Μπαρμπούνι κηλιδωτό
- spotted bonytongue => Βιβλάκι με κουκίδες
- spotted coral root => Κοραλλόριζα η κηλιδωτή
- spotted cowbane => Κωνείο το βαλανώδες
Definitions and Meaning of spotlight in English
spotlight (n)
a focus of public attention
a lamp that produces a strong beam of light to illuminate a restricted area; used to focus attention of a stage performer
spotlight (v)
move into the foreground to make more visible or prominent
illuminate with a spotlight, as in the theater
spotlight (n.)
The projected spot or circle of light used to illuminate brilliantly a single person or object or group on the stage; leaving the rest of the stage more or less unilluminated; hence, conspicuous public notice.
FAQs About the word spotlight
προβολέας
a focus of public attention, a lamp that produces a strong beam of light to illuminate a restricted area; used to focus attention of a stage performer, move int
προσοχή,Φώτα της δημοσιότητας,Θέση της καρακάξας,στο επίκεντρο,κορυφαία χρέωση,Εμπρός καυστήρας,Προσέχω,ειδοποίηση
Οπίσθιο καψάλι
spotlessness => Αιθρία, spotlessly => Αμώμητος, spotless => άψογος, spot-check => Δειγματοληπτικός έλεγχος, spot welding => Στιγμαστική συγκόλληση,