Greek Meaning of single combat
Μονομαχία
Other Greek words related to Μονομαχία
Nearest Words of single combat
- single cream => κρέμα γάλακτος
- single crochet => Απλό βελονάκι
- single dwelling => μονοκατοικία
- single entry => Ενιαία εγγραφή
- single file => μονοσειρά
- single nucleotide polymorphism => Πολύμορφισμός ενός νουκλεοτιδίου
- single out => διαλέγω
- single prop => μονοκινητήριος
- single quote => μονό εισαγωγικό
- single shell => μονοκόγχος
Definitions and Meaning of single combat in English
single combat (n)
a fight between two people
FAQs About the word single combat
Μονομαχία
a fight between two people
φωτιά,μάχη σε ανοικτό πεδίο,ενέργεια,μάχη,μάχη,πεδίο,λειτουργίες,πόλεμος,καθήκον,εχθροπραξίες
No antonyms found.
single bed => μονό κρεβάτι, single => ανύπαντρος, singingly => μελωδώντας, singing voice => φωνή τραγουδιού, singing => τραγούδι,