Greek Meaning of selective service
Στράτευση
Other Greek words related to Στράτευση
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of selective service
- selective lipectomy => Επιλεκτική λιποπλαστική
- selective jamming => Επιλεκτικός παρεμβολισμός
- selective information => Επιλεκτική πληροφόρηση
- selective amnesia => Επιλεκτική αμνησία
- selective => επιλεκτικός
- selection => επιλογή
- selecting => επιλογή
- selectedly => επιλεκτικά
- selected => επιλεγμένα
- select committee => Επιλεγμένη επιτροπή
- selective service system => Σύστημα επιλεκτικής στρατολόγησης
- selectively => επιλεκτικά
- selective-serotonin reuptake inhibitor => Εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης
- selectivity => Επιλεκτικότητα
- selectman => Ψηφοφόρος
- selectmen => selectmen
- selectness => Επιλεκτικότητα
- selector => επιλογέας
- selector switch => Διακόπτης επιλογής
- selectwoman => δήμαρχος
Definitions and Meaning of selective service in English
selective service (n)
an independent federal agency that administers compulsory military service
compulsory military service
FAQs About the word selective service
Στράτευση
an independent federal agency that administers compulsory military service, compulsory military service
No synonyms found.
No antonyms found.
selective lipectomy => Επιλεκτική λιποπλαστική, selective jamming => Επιλεκτικός παρεμβολισμός, selective information => Επιλεκτική πληροφόρηση, selective amnesia => Επιλεκτική αμνησία, selective => επιλεκτικός,