Greek Meaning of screener
εγκεκριμένος
Other Greek words related to εγκεκριμένος
Nearest Words of screener
Definitions and Meaning of screener in English
screener (n)
a guard at an airport who checks passengers or their luggage at a security checkpoint
FAQs About the word screener
εγκεκριμένος
a guard at an airport who checks passengers or their luggage at a security checkpoint
ταινία,Κινηματογραφία,ταινία,μεγάλη οθόνη,κινηματογράφος,Χόλιγουντ,εικόνες,ασημένια οθόνη,Bollywood,κινηματογραφικός κόσμος
επιθετικότητα,παράπτωμα,αδίκημα,προσβλητικό
screened => προβολής, screen test => Τεστ οθόνης, screen saver => Προστασία οθόνης, screen pass => Πάσα οθόνης, screen out => επιλέγω,