Greek Meaning of scrappers
παλιοσυλλέκτες
Other Greek words related to παλιοσυλλέκτες
Nearest Words of scrappers
- scrapped => άχρηστο
- scrapings => ξυσματα
- scraping(s) => ξυστά
- scraping (up or together) => ξύσιμο (προς τα πάνω ή μαζί)
- scraping (together) => ξύσιμο (μαζί)
- scraping (out) => ξύσιμο (έξω)
- scraping (by or through) => Ξύνοντας (μέσω ή διαμέσου)
- scrapes => γρατσουνιές
- scraped (up or together) => Ξυσμένο (πάνω ή μαζί)
- scraped (together) => ξυσμένο (μαζί)
Definitions and Meaning of scrappers in English
scrappers
a fierce competitor, fighter, quarreler
FAQs About the word scrappers
παλιοσυλλέκτες
a fierce competitor, fighter, quarreler
συνήγοροι,αγωνιστές,Ρανγκλερς,γκρινιάρηδες,Ραβδιστές,μαλλιοκουβέντες
No antonyms found.
scrapped => άχρηστο, scrapings => ξυσματα, scraping(s) => ξυστά, scraping (up or together) => ξύσιμο (προς τα πάνω ή μαζί), scraping (together) => ξύσιμο (μαζί),