FAQs About the word scrapper

ξύστρα

someone who fights (or is fighting)

νταής,διαγωνιζόμενος,ο συζητητής,εναγόμενος,αντερίσαντας,μαχητής,ενάγων,συνήγορος,διαφωνούντας,διαφωνών

No antonyms found.

scraping => ξύσιμο, scrapie => Σκράπι, scrapheap => σκουπιδότοπος, scraper => ξύστρα, scrapepenny => Φιλάργυρος,