Greek Meaning of salivated
Σάλιο
Other Greek words related to Σάλιο
Nearest Words of salivated
- salivating => σάλιο
- salivation => σιελόρροια
- salivous => σιαλικός
- salix => Ιτιά
- salix alba => λευκή ιτιά
- salix alba caerulea => Σαλίξ αργυρόλευκη ποικ. κυανή
- salix alba sericea => Λευκή ιτιά "sericea"
- salix alba vitellina => Σαλικας λευκός
- salix amygdalina => Αμυγδαλιά σκλήθρα
- salix amygdaloides => Σαλικιά αμυγδαλωτή
Definitions and Meaning of salivated in English
salivated (imp. & p. p.)
of Salivate
FAQs About the word salivated
Σάλιο
of Salivate
σάλιος,ντρίμπλαρε,σιελόρροια,σκλαβωμένος,τρέχω σάλια,φτύσιμο,φτύνω,ποτισμένος,οδηγούμενος,εκβηχθείσα
No antonyms found.
salivate => σάλιο, salivary gland => Σιελογόνος αδένας, salivary duct => Σιελογόνος αδένας, salivary calculus => Σιαλογόλιθος, salivary => σιελό,