Greek Meaning of rototilled
εδαφοκαλλιεργητής
Other Greek words related to εδαφοκαλλιεργητής
Nearest Words of rototilled
Definitions and Meaning of rototilled in English
rototilled
to till or plow (soil) with a rototiller
FAQs About the word rototilled
εδαφοκαλλιεργητής
to till or plow (soil) with a rototiller
σκαλισμένο,σκαλισμένο,αναφερόμενος,Σκαλισμένο,σκαμμένο,Καλλιεργούμενος,ακαλλιέργητος,οργωμένο,Χρεοκοπημενος,αυλακωμένος
No antonyms found.
rototill => καλλιεργητής, rotorcraft => Περιστροφόρο αεροσκάφος, rotes => Rotes, rotations => περιστροφές, rotary-wing aircraft => Αεροσκάφος περιστροφικής πτέρυγας,