FAQs About the word retchless

απερίσκεπτος

Careless; reckless.

No synonyms found.

No antonyms found.

retching => εμετός, retched => δυστυχής, retch => κάνω εμετό, retardment => Καθυστέρηση, retarding force => καθυστερητική δύναμη,