FAQs About the word remeasure

επαναμέτρηση

To measure again; to retrace.

μετρητής,μετρητής,Αλλάζω την υδραυλική εγκατάσταση,κλίμακα,άνοιγμα,οργυιά,κατακόρυφος,ήχος

No antonyms found.

remeant => δεν το εννοούσε, remean => σημαίνει ξανά, reme => Ρέμι, rembrandtesque => ρεμπραντικό, rembrandt van ryn => Ρέμπραντ βαν Ράιν,