FAQs About the word reeled off

Ξετυλίχτηκε

to tell or recite readily and usually at length, to chalk up usually as a series, to tell or recite rapidly and easily

απομνημονευμένος,απαγγέλθηκε,Επαναλαμβανόμενος,είπε,εξαπατηθείς,μαθημένος,είπε,μελετήθηκε

διαβάζω

reeks => Βρομά, reeducating => επανεκπαίδευση, reeducated => επανεκπαιδευμένος, reeducate => επανεκπαιδεύω, reeds => καλάμια,