Greek Meaning of redthroat
Κοκκινολαίμης τσίχλονα
Other Greek words related to Κοκκινολαίμης τσίχλονα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of redthroat
- redtop => Ρενττόπ
- redub => Επαναγύριση
- reduce => μειώνω
- reduced => μειωμένη
- reduced instruction set computer => Υπολογιστής με μειωμένο σύνολο εντολών
- reduced instruction set computing => Επεξεργαστής με μειωμένο σύνολο εντολών
- reducement => μείωση
- reducent => Αναγωγικός παράγοντας
- reducer => αναγωγικό μέσο
- reducible => αναγώγιμος
Definitions and Meaning of redthroat in English
redthroat (n.)
A small Australian singing bird (Phyrrholaemus brunneus). The upper parts are brown, the center of the throat red.
FAQs About the word redthroat
Κοκκινολαίμης τσίχλονα
A small Australian singing bird (Phyrrholaemus brunneus). The upper parts are brown, the center of the throat red.
No synonyms found.
No antonyms found.
red-tapist => γραφειοκράτης, red-tapism => γραφειοκρατία, red-tape => Γραφειοκρατία, red-tailed hawk => Κοκκινοουράς, red-tailed => κοκκινόουρος,