FAQs About the word rake in

μαζεύω

earn large sums of money

εκμεταλλεύομαι,καθάρισμα,κερδίζω,κέρδος,συνειδητοποιώ,θερίζω,πάρει,φτιάχνω,δίχτυ

αηδιαστικός

rake handle => λαβή σκούπας, rake => τσουγκράνα, rakaposhi => Ρακάποσι, rajput => Ράτζπουτ, rajpoot => Ρατζπούτ,