Greek Meaning of quantity unit
Μονάδα ποσότητας
Other Greek words related to Μονάδα ποσότητας
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of quantity unit
- quantity => ποσότητα
- quantitively => ποσοτικά
- quantitive => Ποσοτικός
- quantities => ποσότητες
- quantitatively => ποσοτικά
- quantitative relation => Ποσοτική σχέση
- quantitative chemical analysis => Ποσοτική χημική ανάλυση
- quantitative analysis => Ποσοτική ανάλυση
- quantitative => ποσοτικός
- quantise => Ποσοτικοποίηση
- quantivalence => σθένους
- quantivalent => ποσοτικό
- quantization => Ποσοτικοποίηση
- quantize => ποσοτικοποιώ
- quantized => κβαντισμένος
- quantong => Καντόνγκ
- quantum => κβαντικό
- quantum chromodynamics => Κβαντική χρωμοδυναμική
- quantum electrodynamics => Κβαντική ηλεκτροδυναμική
- quantum field theory => Θεωρία κβαντικού πεδίου
Definitions and Meaning of quantity unit in English
quantity unit (n)
a measure of the quantity of electricity (determined by the amount of an electric current and the time for which it flows)
FAQs About the word quantity unit
Μονάδα ποσότητας
a measure of the quantity of electricity (determined by the amount of an electric current and the time for which it flows)
No synonyms found.
No antonyms found.
quantity => ποσότητα, quantitively => ποσοτικά, quantitive => Ποσοτικός, quantities => ποσότητες, quantitatively => ποσοτικά,