Greek Meaning of preservable

συντηρήσιμος

Other Greek words related to συντηρήσιμος

Definitions and Meaning of preservable in English

Wordnet

preservable (s)

capable of being preserved

FAQs About the word preservable

συντηρήσιμος

capable of being preserved

διατηρώ,συντηρώ,προστατεύω,αποθήκευση,Αμύνω,Συνεχίζω,επαναφορά,προστασία,Διατηρώ,φροντίδα

αδιαφορία,αμέλεια,Σπάω,ζημιά,βλάβη,πόνος,βλάπτω,τραυματίζω,ερείπια,ναυάγιο

presentness => παρουσία, presentment => παρουσίαση, presently => αυτή τη στιγμή, presentist => παρουσιολάτρης, presentism => παροντισμός,