FAQs About the word plunk down

βάζω κάτω

set (something or oneself) down with or as if with a noise

καταρρίπτω,ανατροπή,μπαμ,καταρρίπτω,πέφτω,τα κάνω μαντάρα,ισοπεδώνω,δάπεδο,Ψάχνω,επίπεδο

ανυψώνω,ασανσέρ,παραλαμβάνω

plunk => Πλαφ, plunging => βουτιά, plunger => έμβολο, plunged => βυθισμένος, plunge => βουτιά,