Greek Meaning of piece of cake

πανεύκολο

Other Greek words related to πανεύκολο

Definitions and Meaning of piece of cake in English

Wordnet

piece of cake (n)

any undertaking that is easy to do

FAQs About the word piece of cake

πανεύκολο

any undertaking that is easy to do

αεράκι,κέικ,Κανελόνια,Σούπα από πάπια,Παιδιαριώδη πράγματα,τίποτα,πικνίκ,τριαντάφυλλα,Περίπατος στο πάρκο,Παιχνίδι του κέικ

αρκούδα,Θηρίο,δουλειά του σπιτιού,πονοκέφαλος,σόου τρόμου,Εργασία,φόνος,πόνος,δύσκολη κατάσταση,ενοχλώ

piece goods => τεμάχια υφασμάτων, piece de resistance => pièce de résistance, piece => κομμάτι, piebald => άσπρος με μαύρες βούλες, pie shell => Κρούστα πίτας,