Greek Meaning of peninsulating
μονωτικό
Other Greek words related to μονωτικό
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of peninsulating
- peninsulated => χερσονησικός
- peninsulate => χερσόνησος
- peninsular malaysia => Χερσόνησος της Μαλαισίας
- peninsular => Χερσόνησος
- peninsula state => Πολιτεία χερσονήσου
- peninsula => χερσόνησος
- penicillium => πενικίλλιο
- penicillin-resistant bacteria => Βακτήρια ανθεκτικά στην πενικιλίνη
- penicillin-resistant => ανθεκτικό στην πενικιλλίνη
- penicillinase-resistant antibiotic => Αντιβιοτικό ανθεκτικό στην πενικιλινάση
Definitions and Meaning of peninsulating in English
peninsulating (p. pr. & vb. n.)
of Peninsulate
FAQs About the word peninsulating
μονωτικό
of Peninsulate
No synonyms found.
No antonyms found.
peninsulated => χερσονησικός, peninsulate => χερσόνησος, peninsular malaysia => Χερσόνησος της Μαλαισίας, peninsular => Χερσόνησος, peninsula state => Πολιτεία χερσονήσου,