FAQs About the word patrimonial

κληρονομικός

inherited or inheritable by established rules (usually legal rules) of descentOf or pertaining to a patrimony; inherited from ancestors; as, a patrimonial estat

κληρονομιά,κληροδότημα,Δώρο,κληρονομιά,κληρονομιά,δικαίωμα εκ γενετής,κειμήλιο,προσφορά,παρόν

No antonyms found.

patrilinear => πατριγραμμικός, patrilineally => πατριαρχικά, patrilineal sib => Πατριαρχική φυλή, patrilineal kin => Ανδρογραμμή συγγένεια, patrilineal => πατριαρχικός,