Greek Meaning of parentheses
παρένθεση
Other Greek words related to παρένθεση
- κενά
- διαλείμματα
- διακοπές
- διαστήματα
- παύσεις
- κόμμα
- ασυνέχειες
- Λόξυγγας
- λόξιγκας
- προσωρινά
- παρεμβολές
- διαλείμματα
- διαβασιλεία
- κενά
- κοπάζει
- κενά
- αναβολές
- Προφυλακτήρες
- παύσεις
- παύσεις
- διακοπές
- διαλείμματα
- interregnum
- Διάκενα
- Υστερεί
- Διαλείμματα
- ξεκουράζεται
- υποδιαστήματα
- αναστολές
- καθυστερήσεις χρόνου
- παράθυρα
Nearest Words of parentheses
- parenthesis => παρένθεση
- parenthesis-free notation => Σημειογραφία χωρίς παρενθέσεις
- parenthesize => παρένθεση
- parenthetic => μέσα σε παρένθεση
- parenthetical => σε παρενθέσεις
- parenthetical expression => έκφραση σε παρένθεση
- parenthetically => εν παρενθέσει
- parenthood => Γονεικότητα
- parentless => Ορφανός
- parer => Ξεφλουδίζω
Definitions and Meaning of parentheses in English
parentheses (pl.)
of Parenthesis
FAQs About the word parentheses
παρένθεση
of Parenthesis
κενά,διαλείμματα,διακοπές,διαστήματα,παύσεις,κόμμα,ασυνέχειες,Λόξυγγας,λόξιγκας,προσωρινά
συνέχειες,οι συνέχειες,τρέχει,συνεχίζεται,διατάσεις,συνεχείς,πομπές,Προόδους
parenterally => παρεντερικώς, parentele => Συγγενείς, parented => γονέας, parentation => Μνημόσυνο γονέων, parentally => γονεϊκώς,