Greek Meaning of adjournments
αναβολές
Other Greek words related to αναβολές
- διακοπές
- παραλείψεις
- Διαλείμματα
- αναστολές
- Προφυλακτήρες
- διαστήματα
- Υστερεί
- κοπάζει
- παύσεις
- εσοχές
- ξεκουράζεται
- κενά
- παράθυρα
- παύσεις
- παύσεις
- κόμμα
- ασυνέχειες
- διαλείμματα
- κενά
- διαλείμματα
- Λόξυγγας
- λόξιγκας
- προσωρινά
- παρεμβολές
- διαλείμματα
- interregnum
- διακοπές
- Διάκενα
- κενά
- παρένθεση
- υποδιαστήματα
- καθυστερήσεις χρόνου
Nearest Words of adjournments
Definitions and Meaning of adjournments in English
adjournments
the act of adjourning, the state or interval of being adjourned
FAQs About the word adjournments
αναβολές
the act of adjourning, the state or interval of being adjourned
διακοπές,παραλείψεις,Διαλείμματα,αναστολές,Προφυλακτήρες,διαστήματα,Υστερεί,κοπάζει,παύσεις,εσοχές
συνέχειες,οι συνέχειες,τρέχει,συνεχίζεται,πομπές,Προόδους,διατάσεις,συνεχείς
adieux => αντίο, adhering (to) => προσκολλημένος (σε), adheres => προσκολλάται, adherents => Προσκολλημένοι, adhered (to) => τηρούσε (σε),