Greek Meaning of overturned
ανεστραμμένο
Other Greek words related to ανεστραμμένο
Nearest Words of overturned
Definitions and Meaning of overturned in English
overturned (s)
having been turned so that the bottom is no longer the bottom
overturned (imp. & p. p.)
of Overturn
FAQs About the word overturned
ανεστραμμένο
having been turned so that the bottom is no longer the bottomof Overturn
αναποδογυρίστηκε,κατέρρευσε,έπεσε,με καρίνα,ανατραπεί,αναποδογυρισμένος,αναστατωμένος,αντεστραμμένο,στημένος,αναφερόμενος
ανεγερθεί,ανυψωμένο,σωστός,αφήνω κάποιον στη διαπασών,ίσιος (προς τα πάνω)
overturnable => ανατρέψιμο, overturn => ανατρέπω, overture => εισαγωγή, overtrust => υπερβολική εμπιστοσύνη, overtrump => επανεπάνω κοζ,