Greek Meaning of oral cancer
Στοματικός καρκίνος
Other Greek words related to Στοματικός καρκίνος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of oral cancer
- oral communication => Προφορική επικοινωνία
- oral contraceptive => αντισυλληπτικό χάπι
- oral contraceptive pill => αντισυλληπτικό χάπι
- oral contract => Προφορική σύμβαση
- oral exam => Προφορική εξέταση
- oral examination => Προφορική εξέταση
- oral fissure => χειλεοσχιστία
- oral herpes => Τρομώδες πυογόνο έλκος
- oral personality => Προφορική προσωπικότητα
- oral phase => στοματική φάση
Definitions and Meaning of oral cancer in English
oral cancer (n)
malignant neoplasm of the lips of mouth; most common in men over the age of 60
FAQs About the word oral cancer
Στοματικός καρκίνος
malignant neoplasm of the lips of mouth; most common in men over the age of 60
No synonyms found.
No antonyms found.
oral => προφορικός, oraison => προσευχή, oragious => αγορά, oradexon => Oradexon, orad => οραντ,