Greek Meaning of opt

Επιλογή

Other Greek words related to Επιλογή

Definitions and Meaning of opt in English

Wordnet

opt (v)

select as an alternative over another

FAQs About the word opt

Επιλογή

select as an alternative over another

επιλέγω,αποφασίζω,σχήμα,Συμπεραίνουμε,καθορίζω,βρίσκω,προτιμώ,αποφασίζω,εγκατασταθεί (σε ή επάνω),κρίνω

αποχή,πτώση,αρνούμαι,απορρίπτω,καθυστέρηση,σταματώ,Διστάζω,περίπτερο,χρονοτριβώ,απορρίπτω

opsonize => Οψωνοποίηση, opsonization => οψωνοποίηση, opsonisation => Οψωνίνη, opsonin => οψωνίνες, opsonation => Οψωνοποίηση,