FAQs About the word occision

ευκαιρία

A killing; the act of killing.

No synonyms found.

No antonyms found.

occiputs => ινιακός, occiput => Τυλώδης αποφυσις, occipitomastoid suture => Οπισθοϊνιακή μαστοειδής ραφή, occipitoaxial => ινιακοαξονικός, occipito- => ινιακός-,