Greek Meaning of mormondom
Ο κόσμος των Μορμόνων
Other Greek words related to Ο κόσμος των Μορμόνων
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of mormondom
- mormon tabernacle => Ο ναός των Μορμόνων
- mormon state => Πολιτεία των Μορμόνων
- mormon cricket => Τζιτζίκι των Μορμόνων
- mormon church => Εκκλησία του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών
- mormon => Μορμόνος
- mormo => Μόρμο
- mormal => κανονικός
- morling => Μόρλινγκ
- morley => Μόρλεϊ
- morlett's crocodile => Κροκόδειλος του Μορέλετ
Definitions and Meaning of mormondom in English
mormondom (n.)
The country inhabited by the Mormons; the Mormon people.
FAQs About the word mormondom
Ο κόσμος των Μορμόνων
The country inhabited by the Mormons; the Mormon people.
No synonyms found.
No antonyms found.
mormon tabernacle => Ο ναός των Μορμόνων, mormon state => Πολιτεία των Μορμόνων, mormon cricket => Τζιτζίκι των Μορμόνων, mormon church => Εκκλησία του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών, mormon => Μορμόνος,