FAQs About the word monocule

Μονόκλ

A small crustacean with one median eye.

No synonyms found.

No antonyms found.

monocular vision => Μονοκυκλική όραση, monocular => Μονοκύαλο, monocrotism => Μονοκροτισμός, monocrotic => μονοκροτικό, monocrat => μονόχρωμος,