FAQs About the word molester

Definition not available

someone who subjects others to unwanted or improper sexual activitiesOne who molests.

αρπακτικό,ληστής,επιτιθέμενος,επιτιθέμενος,Επιτιθέμενος,εισβολέας,επιτιθέμενος,πολιορκητής,ληστήρας,ληστής

γοητευτής,παρηγορητής,σμούθι,σμούθι,παρηγορητής

molested => παρενοχλούμενος, moleskin => μουσαμάς, molendinarious => μυλαίος, molendinaceous => μύλος, molehill => Σωρός χώματος,