Greek Meaning of metrics
Μετρικές
Other Greek words related to Μετρικές
Nearest Words of metrics
Definitions and Meaning of metrics in English
metrics (n)
the study of poetic meter and the art of versification
FAQs About the word metrics
Μετρικές
the study of poetic meter and the art of versification
Προδιαγραφές,κριτήρια,κριτήρια,πρότυπα,βαρόμετρα,παραδείγματα,βαθμοί,μέτρα,πρότυπα,πάρσ
ανωμαλίες,αποκλίσεις,αποκλίσεις
metricize => μετρικός, metricise => μετρικοποιώ, metrician => μετρικός, metrication => Μετρικοποίηση, metricate => Μετρικό,