Greek Meaning of metrical unit
μετρική μονάδα
Other Greek words related to μετρική μονάδα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of metrical unit
- metrical foot => Μετρικός πόδας
- metrical => μετρικός
- metric weight unit => Μετρική μονάδα βάρους
- metric unit => Μονάδα μέτρησης
- metric ton => μετρικός τόνος
- metric system => μετρικό σύστημα
- metric space => Μετρικός χώρος
- metric linear unit => Μετρική γραμμική μονάδα
- metric hundredweight => μετρικός εκατονταστάθμιο
- metric grain => μετρικός κόκκος
Definitions and Meaning of metrical unit in English
metrical unit (n)
(prosody) a group of 2 or 3 syllables forming the basic unit of poetic rhythm
FAQs About the word metrical unit
μετρική μονάδα
(prosody) a group of 2 or 3 syllables forming the basic unit of poetic rhythm
No synonyms found.
No antonyms found.
metrical foot => Μετρικός πόδας, metrical => μετρικός, metric weight unit => Μετρική μονάδα βάρους, metric unit => Μονάδα μέτρησης, metric ton => μετρικός τόνος,