Greek Meaning of merchant bank
Εμπορική τράπεζα
Other Greek words related to Εμπορική τράπεζα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of merchant bank
- merchant marine => εμπορικό ναυτικό
- merchant ship => Εμπορικό πλοίο
- merchant vessels => Εμπορικά πλοία
- merchantability => εμπορευσιμότητα
- merchantable => Εμπορεύσιμο
- merchantly => εμπορικά
- merchantman => Εμπορικό πλοίο
- merchantmen => έμποροι
- merchantry => Εμπόριο
- merchant-venturer => έμπορος-περιπετειώδης
Definitions and Meaning of merchant bank in English
merchant bank (n)
a credit card processing bank; merchants receive credit for credit card receipts less a processing fee
FAQs About the word merchant bank
Εμπορική τράπεζα
a credit card processing bank; merchants receive credit for credit card receipts less a processing fee
No synonyms found.
No antonyms found.
merchant => έμπορος, merchandry => Εμπορεύματα, merchandising => εμπορευματοποίηση, merchandiser => έμπορος, merchandised => εμπορευματοποιημένο,