Greek Meaning of mentation
σκέψη
Other Greek words related to σκέψη
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of mentation
- mentally => νοητικώς
- mentality => νοοτροπία
- mentalism => Μενταλισμός
- mental unsoundness => Ψυχική ανισορροπία
- mental testing => Ψυχικές δοκιμές
- mental test => Ψυχιατρική δοκιμασία
- mental telepathist => διανοητικός τηλεπαθητής
- mental synthesis => ψυχική σύνθεση
- mental strain => Πνευματική πίεση
- mental state => Ψυχική κατάσταση
- mente => νους
- mentha => δυόσμος
- mentha aquatica => Νερομέντα
- mentha arvensis => Μέντα η αγρία
- mentha citrata => Λεμονόχορτο
- mentha longifolia => Δυόσμος μεγαλοφύλλης
- mentha piperita => Δυόσμος ο πιπερώδης
- mentha pulegium => Μέντα υδρόβιος
- mentha rotundifolia => Στρογγυλή μέντα
- mentha spicata => Δυόσμος
Definitions and Meaning of mentation in English
mentation (n)
the process of using your mind to consider something carefully
FAQs About the word mentation
σκέψη
the process of using your mind to consider something carefully
No synonyms found.
No antonyms found.
mentally => νοητικώς, mentality => νοοτροπία, mentalism => Μενταλισμός, mental unsoundness => Ψυχική ανισορροπία, mental testing => Ψυχικές δοκιμές,