Greek Meaning of men's room
Ανδρική τουαλέτα
Other Greek words related to Ανδρική τουαλέτα
Nearest Words of men's room
Definitions and Meaning of men's room in English
men's room (n)
a public toilet for men
FAQs About the word men's room
Ανδρική τουαλέτα
a public toilet for men
μισό μπάνιο,κυρίες,Τουαλέτα κυριών,τουαλέτα επισκεπτών,Μπάνιο,γκαρνταρόμπα,Τζέικς,εξωτερική τουαλέτα,Κατσαρόλα,τουαλέτα
No antonyms found.
mens rea => Δόλος, men's furnishings => ανδρικά ρούχα, men's => ανδρικά, men-pleaser => ανδρολάγνος, menow => κουπιάς,